top of page

Ψίθυροι από το παρελθόν

  • Εικόνα συγγραφέα: Nektaria Markakis
    Nektaria Markakis
  • 17 Σεπ
  • διαβάστηκε 3 λεπτά
ree

Ο ήχος από το γυαλόχαρτο πάνω στο ξύλο ήταν το πρώτο πράγμα που άκουσε όταν στάθηκε έξω από το εργαστήριο του Τζες. Μύρισε το άρωμα του ξύλου που είχε γίνει το δικό του άρωμα πια, αφού είχε ποτίσει κάθε κύτταρό του, και έριξε μια ματιά μέσα από την ανοιχτή πόρτα. Δούλευε προσηλωμένος, δεν είχε συνειδητοποιήσει καν πως δεν ήταν μόνος του αλλά η Έμμα δεν ήθελε να τον διακόψει. Της δινόταν μια ευκαιρία να τον παρατηρήσει για λίγο. Αν τη ρωτούσε κανείς πως θα τον περιέγραφε μάλλον θα έλεγε πως ήταν ένα παγόβουνο με μία φωτιά να καίει στον πυρήνα του που περίμενε να φουντώσει για να λιώσει κάθε ίχνος πάγου. Ο Τζες είχε σκληρό παρουσιαστικό, ακόμα και τις στιγμές που υποτίθεται ότι χαλάρωνε το συνοφρύωμα δεν εξαφανιζόταν ανάμεσα από τα μάτια του, ενώ μπορούσε να καταλάβει πως ακόμα και στον ύπνο του ήταν σε ετοιμότητα. Μπορεί να ήταν έτσι κατά κύριο λόγο γιατί πέρασε τόσα χρόνια στο στρατό να αντιμετωπίζει τη φρίκη του πολέμου και να ζει μέσα στο φόβο, μα κάτι της έλεγε πως κρυβόταν και κάτι περισσότερο κάτω από αυτή την τόσο απλή και λογική εξήγηση. Σκοπός της ήταν να φουντώσει αυτή τη φωτιά στον πυρήνα του για να λιώσει τους πάγους και να δει ποιος ήταν πραγματικά ο Τζες Λόκγουντ, αυτός ο άντρας που έμελλε να γίνει μέρος της ζωής της λόγω της Έβελιν και της έπαυλης Ρόουζγουντ.

Ψίθυροι από το παρελθόν

Οι σκέψεις της διεκόπησαν την ίδια στιγμή που σταμάτησε και ο ήχος του γυαλόχαρτου. Ο Τζες ίσιωσε το σώμα του και έβγαλε τα προστατευτικά γυαλιά και τα χοντρά γάντια εργασίας. Σκούπισε τον ιδρώτα του με μια πετσέτα, έπλυνε τα χέρια του στο νεροχύτη και σάστισε όταν την είδε να στέκεται σε μια γωνιά, με το φως από το τζάμι να φωτίζει μόνο τη μία πλευρά του προσώπου της, πιο όμορφη από ποτέ. Για μια στιγμή έδειχνε να μην πιστεύει στα μάτια του αλλά το χαμόγελό της διέλυσε κάθε αμφιβολία του. Δεν ονειρευόταν, ήταν όντως εκεί και η καρδιά του χόρεψε από χαρά που την έβλεπε ξανά.

«Πόση ώρα είσαι εδώ;» τη ρώτησε καθώς τον πλησίαζε, κρατώντας μια τσάντα με το φαγητό του στα χέρια της.

«Αρκετή ώστε να σε θαυμάσω χωρίς διακοπές», αποκρίθηκε μειδιάζοντας πονηρά. Του έδωσε την τσάντα με το φαγητό και εκείνος της χάρισε ένα βαθύ φιλί που αποκάλυπτε το πόσο λαχταρούσε να τη φιλήσει ξανά. Άφησε την τσάντα πάνω στον πάγκο εργασίας και την τράβηξε κοντά του από το χέρι. Η Έμμα γέλασε απαλά, έχασε λιγάκι το βήμα της αλλά δεν την άφησε να πέσει. Τη σήκωσε όσο χρειαζόταν για να την καθίσει πάνω στον πάγκο και εκείνη τύλιξε τα πόδια της γύρω του, απολαμβάνοντας τα φιλιά που άφηνε στο λαιμό της.

«Στο είπα ότι θα γυρίσεις ξανά», ψιθύρισε στο αυτί της και ρίγησε ολόκληρη.

«Σου έλειψα;» τον πείραξε εκείνη.

«Δεν ξέρω τι μάγια μου έχεις κάνει, Τόμσον, αλλά δεν λέει να ξεκολλήσει το μυαλό μου από σένα. Είσαι όλη μέρα στη σκέψη μου», ψιθύρισε περνώντας τις παλάμες του πάνω από τους μηρούς της.

«Δεν επικοινώνησες μαζί μου, όμως», απάντησε με παράπονο.

«Ούτε εσύ με μένα», αποκρίθηκε ο Τζες και μπορούσε να καταλάβει από τον τόνο του πως χαμογελούσε. «Εξάλλου, ήξερα πως θα έρθεις πίσω ξανά». Τη φίλησε δυνατά, κόβοντάς της την ανάσα. «Πόσο θα μείνεις;»

«Αρκετό καιρό ώστε να σε ευχαριστηθώ, Λόκγουντ». Βόγκηξε όταν ένιωσε τα δάχτυλά του να ξεκουμπώνουν το κουμπί στο τζιν της και μετά να κατεβάζουν το φερμουάρ της αργά. Τον κοίταξε έκπληκτη όσο τραβούσε το παντελόνι της ως τους αστραγάλους της. Χωρίς να πάρει τα μάτια του από πάνω της, έβγαλε τα παπούτσια της και τα πέταξε στο έδαφος, ενώ το παντελόνι της το άφησε στην καρέκλα δίπλα του. «Θα μας δει κανείς…»

Μισόκλεισε τα μάτια του και οπισθοχώρησε αργά ως την πόρτα την οποία κλείδωσε. Η Έμμα γέλασε και δαγκώθηκε όταν τον είδε να βγάζει το φανελάκι του καθώς επέστρεφε κοντά της. Οι παλάμες του άγγιξαν τα γόνατά της και με μια απαλή κίνηση άνοιξε τα πόδια της. Την κοίταξε με λαχτάρα ενώ χάιδευε το εσωτερικό των μοιρών της και η Έμμα κράτησε την ανάσα της γιατί το απαλό άγγιγμα από τα χέρια του που ήταν σκασμένα σε μερικά σημεία από την πολλή δουλειά, ήταν μεθυστικό και την ανατρίχιαζε. Όσο το χέρι του ανέβαινε πιο ψηλά, τόσο περισσότερο έχανε την αυτοσυγκέντρωσή της, μα μπορούσε να δει πως ο Τζες το ευχαριστιόταν και κρατήθηκε, γιατί της άρεσε να παίζει μαζί του. Δεν ήθελε να τον αφήσει να κερδίσει τόσο εύκολα...

2 Σχόλια


mariavorvi72
17 Σεπ

Στο καλύτερο μας το έκοψες...🔥

Μου αρέσει
Nektaria Markakis
Nektaria Markakis
17 Σεπ
Απάντηση σε

Για να ανυπομονείτε για τη συνέχεια!

Μου αρέσει
bottom of page